Έκθεση του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ 2019 για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις

Παρακολουθήσαμε την Εκδήλωση Παρουσίασης για την Έκθεση του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ 2019 για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, μετά από πρόσκληση της ΓΣΕΒΕΕ. Την Πανελλήνια Ομοσπονδία Στεγνοκαθαριστηρίων, Ταπητοκαθαριστηρίων και συναφών επαγγελμάτων εκπροσώπησαν ο Πρόεδρός της, Μενέλαος Ν. Ρεϊζίδης και ο Γ. Γραμματέας της, Σκλήρης Γεώργιος.

Εκδήλωση Παρουσίασης της Έκθεση του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ 2019 για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις

Τον απολογισμό των δέκα και πλέον ετών που έχουν παρέλθει από την εκδήλωση της κρίσης και της πολιτικής της εσωτερικής υποτίμησης, αποτύπωσης του περιβάλλοντος μέσα στο οποίο δραστηριοποιούνται οι ελληνικές μικρομεσαίες επιχειρήσεις και ανάδειξης των διαρθρωτικών μεταβολών της επιχειρηματικότητας στην Ελλάδα κατά τη διάρκεια της κρίσης, επιχειρεί η Έκθεση του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις που παρουσιάστηκε χθες, Τετάρτη 17 Απριλίου 2019, στο Αμφιθέατρο της ΓΣΕΒΕΕ.

Η Έκθεση του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ 2019 για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις

Η Έκθεση του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ 2019 για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις αποτελεί ένα είδους απολογισμού των δέκα και πλέον ετών που έχουν παρέλθει από την εκδήλωση της κρίσης και της πολιτικής της εσωτερικής υποτίμησης. Βασική επιδίωξη της έκθεσης είναι η αποτύπωση του περιβάλλοντος μέσα στο οποίο δραστηριοποιούνται οι ελληνικές μικρομεσαίες επιχειρήσεις και η ανάδειξη των διαρθρωτικών μεταβολών της επιχειρηματικότητας στην Ελλάδα κατά τη διάρκεια της κρίσης. Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στα προβλήματα ρευστότητας και άντλησης χρηματοδότησης, που σε συνδυασμό με την υψηλή φορολογία αναδεικνύονται ως τα σημαντικότερα εμπόδια για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις στην Ελλάδα σήμερα.

Η Έκθεση του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ 2019 για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις διαρθρώνεται σε τρία μέρη:

Μέρος 1: Μακροοικονομικό περιβάλλον

Μέρος 2: Διαρθρωτικά στοιχεία των ελληνικών επιχειρήσεων

Μέρος 3: Η χρηματική οικονομία

Στο πρώτο μέρος επιχειρείται μια κατά το δυνατό αναλυτική και συστηματική αποτύπωση του μακροοικονομικού περιβάλλοντος εκτός και εντός Ελλάδας, πριν και μετά την εκδήλωση της κρίσης. Εδώ αναδεικνύονται οι επιπτώσεις της κρίσης σε βασικά μακροοικονομικά μεγέθη, στην ανταγωνιστικότητα αλλά και στην ευημερία των πολιτών. Όπως προκύπτει από την έκθεση η κύρια συνιστώσα της οικονομικής δραστηριότητας που έχει πληγεί περισσότερο είναι αυτή των επενδύσεων, οι οποίες γνώρισαν πρωτοφανή μείωση κατά τη διάρκεια της κρίσης. Αυτό είναι και ένα από πιο ανησυχητικά ευρήματα της έκθεσης, καθώς η απομείωση του κεφαλαίου της χώρας υπονομεύει τις μελλοντικές αναπτυξιακές της προοπτικές ενώ η ανάκαμψη της επενδυτικής δραστηριότητας είναι ένας από τους πιο δύσκολους στόχους σε μία οικονομία.

Στη συνέχεια ακολουθεί η παρακολούθηση της εξέλιξης βασικών δημοσιονομικών μεγεθών και η εκτίμηση του κόστους της δημοσιονομικής προσαρμογής, η οποία συντελέστηκε κυρίως μέσω της αύξησης των φορολογικών εσόδων και της μείωσης των δημοσίων δαπανών.

Σχεδόν τα 2/3 (67,47%) της συνολικής δημοσιονομικής προσαρμογής της δεκαετίας 2010–2019 ύψους 173,6 δισ. ευρώ προήλθε από το σκέλος των φορολογικών εσόδων. Έτσι, δημιουργήθηκε οξύτατο πρόβλημα επιβίωσης και ανταγωνιστικότητας για τις ελληνικές επιχειρήσεις.

Το δεύτερο μέρος το οποίο αφορά στην ανάλυση των διαρθρωτικών προβλημάτων της ελληνικής μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας επικεντρώνεται στην εξέλιξη του αριθμού των επιχειρήσεων και την αναδιάρθρωση της απασχόλησης με ιδιαίτερη εστίαση στη «θέση στο επάγγελμα». Έτσι, αποτυπώνονται οι μεταβολές ανά κλάδο οικονομικής δραστηριότητας. Από τα παραπάνω προκύπτει ότι το κόστος της κρίσης δεν κατανεμήθηκε ισομερώς σε όλους τους κλάδους, ενώ την ίδια στιγμή παρατηρείται ότι η ανάκαμψη των τελευταίων ετών είναι εξίσου ανισομερής.

Στην έκθεση περιλαμβάνεται παρουσίαση έρευνας γνώμης, που διεξήχθη με ευθύνη του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ σε συνεργασία με τη MARC Α.Ε. σε αντιπροσωπευτικό δείγμα μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων. Τα ευρήματα αναφέρονται κυρίως σε διαρθρωτικά ζητήματα, όπως η ανάλυση του λειτουργικού κόστους, η ιεράρχηση των εμποδίων που αντιμετωπίζουν οι επιχειρήσεις, ο βαθμός εξωστρέφειας, τα δίκτυα συνεργασίας και η ενσωμάτωση «μικρο-καινοτομιών».

Όπως προκύπτει από την ανάλυση των στοιχείων:

  • 4 στις 10 επιχειρήσεις (38,8%) έχουν αναπτύξει την τελευταία τριετία κάποιου είδους καινοτομία για νέο προϊόν ή υπηρεσία ή/και την οργάνωση της επιχείρησης ή/και την εξωστρέφεια.
  • 2 στις 10 επιχειρήσεις (19,5%) έχουν αναπτύξει κάποιου είδους συνεργασία με άλλες επιχειρήσεις για κοινές προμήθειες προϊόντων/υπηρεσιών, ή/και για κοινή προώθηση, μάρκετινγκ ή/και για κοινή αποθήκη.
  • 1 στις 6 επιχειρήσεις (16,7%) εξάγει κάποιο ποσοστό των προϊόντων ή υπηρεσιών σε άλλες χώρες.

Ενώ οι μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις εμφανίζουν αξιοσημείωτη δυναμική στη διεύρυνση του επιχειρηματικού τους ορίζοντα, σημαντικά εμπόδια φαίνεται να παραμένουν.

Ως κυριότερο εμπόδιο – με εξαίρεση την υψηλή φορολόγηση-  για περισσότερες από 4 στις 10 επιχειρήσεις (43,3%) αναδεικνύεται η έλλειψη ρευστότητας και η πρόσβαση σε χρηματοδότηση.

Εστιάζοντας στα δύο παραπάνω σημεία το τρίτο μέρος της έκθεσης αφιερώνεται στην ανάλυση της χρηματικής οικονομίας εξετάζοντας παραμέτρους, όπως:

  • η πρόσβαση των ΜμΕ στη χρηματοδότηση,
  • η παρουσία ή απουσία χρηματοδοτικών εργαλείων προσαρμοσμένων στις ανάγκες των ελληνικών ΜμΕ,
  • τα εμπόδια που αντιμετωπίζουν οι ελληνικές ΜμΕ στην προσπάθειά τους να χρηματοδοτήσουν την επιχειρηματική τους δραστηριότητα

Εντυπωσιακή όπως προκύπτει είναι η μείωση της συνολικής ποσότητας χρήματος στα χρόνια της ύφεσης και η μείωση της συνολικής χρηματοδότησης από το εγχώριο χρηματοπιστωτικό σύστημα. Τα παραπάνω συνιστούν ένα φαινόμενο βίαιης απομόχλευσης της ελληνικής οικονομίας με συνεχώς μειούμενα υπόλοιπα χρηματοδοτήσεων και αρνητικές πιστωτικές επεκτάσεις.

Επίσης, προκύπτει πως το επίπεδο των επιτοκίων χρηματοδότησης για τις επιχειρήσεις στην Ελλάδα είναι από τα υψηλότερα της ευρωζώνης, χαρακτηριστικό που έχει αρνητική επίπτωση στην ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας.

Βασικό συμπέρασμα

Σύμφωνα με την Έκθεση του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις το 2019 προκύπτει πως θύμα της κρίσης είναι οι επενδύσεις δημόσιες και ιδιωτικές

Κύρια ευρήματα

  • Το κόστος που προήλθε από την κρίση βάρυνε περισσότερο τις επιχειρήσεις που εκπροσωπεί η ΓΣΕΒΕΕ
  • Η πολιτική διαχείρισης της κρίσης, όχι μόνο δεν αντιμετώπισε τα χρόνια διαρθρωτικά προβλήματα της ελληνικής οικονομίας αλλά οδήγησε σε όξυνση τους
  • Χαρακτηριστικά παραδείγματα διαρθρωτικών προβλημάτων είναι η έλλειψη ρευστότητας και οι αδύναμοι θεσμοί χρηματοδότησης της οποιαδήποτε προσπάθειας ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας

Ο Πρόεδρος της ΓΣΕΒΕΕ, κ. Γιώργος Καββαθάς για την Έκθεση του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ 2019

Ο Πρόεδρος της ΓΣΕΒΕΕ, κ. Γιώργος Καββαθάς ανέφερε πως παρά την πρωτοφανή οικονομική κρίση, οι ΜμΕ παραμένουν ο κύριος μοχλός ανάπτυξης της οικονομίας της χώρας, ενώ είπε χαρακτηριστικά τα ακόλουθα: «Ζήσαμε αποεπένδυση, φτωχοποίηση, πληρώσαμε βαρύ τίμημα οι μικρομεσαίοι επιχειρηματίες με απώλεια περίπου του 25% των ΜμΕ και χιλιάδων θέσεων εργασίας. Αλλά, πρέπει να πάμε μπροστά και για αυτό χρειάζεται εθνική συνεννόηση και όχι όξυνση. Ο δρόμος μπροστά είναι δύσκολος. Χρειάζεται συνέργειες και αυτοκριτική από όλους, για να δώσουμε ελπίδα τουλάχιστον στην επόμενη γενιά»

Ο Γενικός Γραμματέας της ΓΣΕΒΕΕ, κ. Γιώργος Κουράσης για την Έκθεση του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ 2019

Ο κ. Γιώργος Κουράσης, Γενικός Γραμματέας της ΓΣΕΒΕΕ εστίασε στην Έκθεση και την χρησιμότητα της έρευνας και τεκμηρίωσης ώστε να υπάρχουν στοχευμένες ενέργειες και πολιτικές, υπογραμμίζοντας τα ακόλουθα: «Σήμερα, οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις έχουν απέναντι τους πλέον δυο παράλληλα μέτωπα. Αφενός τους περιορισμούς του εγχώριου επιχειρηματικού ρυθμιστικού και χρηματοδοτικού περιβάλλοντος και της ασταθούς και ευάλωτης οικονομικής ανάκαμψης, αφετέρου την πρόκληση της προσαρμογής στην ψηφιοποίηση και τις τεχνολογίες της 4ης Βιομηχανικής επανάστασης, την ανάγκη ανάπτυξης νέων δεξιοτήτων αλλά και την όξυνση του διεθνούς τεχνολογικού και εμπορικού ανταγωνισμού. Σε αυτή την κατεύθυνση, η ΓΣΕΒΕΕ θα πρωτοστατήσει και θα θέσει όλες τις δυνάμεις της για τη διαμόρφωση μιας συνεργατικής αναπτυξιακής στρατηγικής για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, οι οποίες θα αποτελούν πάντα το δημιουργικό κορμό της παραγωγικής δομής της χώρας».

Ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομίας και Ανάπτυξης κ. Στέργιος Πιτσιόρλας για την Έκθεση του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ 2019

Αισιόδοξος για το μέλλον των επενδύσεων εμφανίσθηκε κατά τη διάρκεια της ομιλίας του, στο πλαίσιο της παρουσίασης της ετήσιας έκθεσης της ΓΣΕΒΕΕ για τις μικρομεσαίες επενδύσεις, ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομίας και Ανάπτυξης κ. Στέργιος Πιτσιόρλας. «Μετά την έξοδο της χώρα μας από τα προγράμματα προσαρμογής ξεκινάμε από μια καλύτερη αφετηρία. Ήδη έχουμε αύξηση των επενδύσεων σε τεχνολογικό εξοπλισμό ενώ παρατηρείται μια «στροφή» σε ποιοτικές και καινοτόμες επενδύσεις. Οι Άμεσες Ξένες Επενδύσεις έφτασαν σε επίπεδα προ κρίσης ενώ το επόμενο διάστημα η Ελλάδα θα προσελκύσει ακόμη περισσότερες επενδύσεις», τόνισε χαρακτηριστικά. Αναφερόμενος στην οικονομική κρίση ο κ. Στέργιος Πιτσιόρλας επισήμανε ότι «η κρίση που βιώσαμε ήταν και είναι μια κρίση ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας. Αν δεν διορθώσουμε αυτό, όσες θυσίες και να κάνουμε δεν θα την ξεπεράσουμε. Ο κόσμος όμως έχει αλλάξει από το 2010 μέχρι σήμερα και η ανταγωνιστικότητα θα κατακτηθεί με άλλους όρους».

Ο Τομεάρχης Οικονομίας ΝΔ κ. Χρήστος Σταϊκούρας

Από την πλευρά του ο κ. Χρήστος Σταϊκούρας Τομεάρχης Οικονομίας ΝΔ και βουλευτής Φθιώτιδας τόνισε ότι «η μικρομεσαία επιχείρηση η οποία, παρά τις ασφυκτικές πιέσεις που της ασκήθηκαν την τελευταία δεκαετία, μειώνοντας την ύπαρξή τους κατά 200.000, εξακολουθεί να αποτελεί σημαντικό πυλώνα της παραγωγικής διαδικασίας, επενδύοντας, καινοτομώντας, παράγοντας, εξάγοντας. Αποτελεί την κινητήριο δύναμη της οικονομίας, με σημαντική συνεισφορά στον πλούτο, στη δημιουργία θέσεων απασχόλησης, στη διασφάλιση της κοινωνικής συνοχής. Επίσης ο κ. Χρήστος Σταϊκούρας επισήμανε ότι «μία χώρα, για να ανταποκριθεί στο ασταθές και αβέβαιο διεθνές περιβάλλον και για να πετύχει υψηλούς και διατηρήσιμους ρυθμούς οικονομικής μεγέθυνσης οφείλει να δημιουργήσει ένα λειτουργικό, σταθερό και ασφαλές πλαίσιο για το επιχειρείν, ειδικά για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις».

Ο Γραμματέας Τομέα Οικονομικών ΚΙΝ.ΑΛ και πρώην υπουργός Οικονομίας κ. Φίλιππος Σαχινίδης

Με παρέμβασή του ο Γραμματέας Τομέα Οικονομικών ΚΙΝ.ΑΛ και πρώην υπουργός Οικονομίας κ. Φίλιππος Σαχινίδης τόνισε μεταξύ άλλων ότι «στην πράξη η υπερφορολόγηση του μικρομεσαίου είναι μια πορεία προς την καταστροφή της μικρής επιχείρησης που ταυτόχρονα “κλείνει το μάτι” στους φοροφυγάδες και ωθεί ολοένα και περισσότερους τίμιους επιχειρηματίες στην επιλογή είτε να κλείσουν, είτε να φύγουν στο εξωτερικό είτε να φορο και εισφοροδιαφύγουν. Αναφερόμενος στις επενδύσεις ο κ. Φίλιππος Σαχινίδης επισήμανε ότι «με δεδομένη τη δυστοκία από την πλευρά της κυβέρνησης στην αντιμετώπιση του προβλήματος των κόκκινων δανείων είναι προφανές ότι η μόνη άμεση λύση για τη χώρα είναι η προσέλκυση εγχώριων και ξένων επενδύσεων».

Την εκδήλωση για την Έκθεση του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ 2019 παρακολούθησαν

Την εκδήλωση τίμησαν επίσης με την παρουσία τους: ο κ. Ηλίας Ξανθάκος, Γενικός Γραμματέας Υπουργείου Οικονομίας & Ανάπτυξης, ο κ. Λόης Λαμπριανίδης, Γενικός Γραμματέας Στρατηγικών & Ιδιωτικών Επενδύσεων του Υπουργείου Οικονομίας & Ανάπτυξης, ο κ. Φώτης Κουρμούσης, Ειδικός Γραμματέας Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους, ο κ. Απόστολος Μακρυκώστας, Γενικός Γραμματέας Βιομηχανίας, ο κ. Παναγιώτης Μελαχρινός, Εκπρόσωπος & Διευθυντής του Πολιτικού Γραφείου του Υπουργού Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης κ. Νίκου Παππά, ο κ. Σταύρος Θωμαδάκης, Ειδικός Γραμματέας ΣΔΟΕ, ο κ. Γιώργος Καρανίκας, Πρόεδρος της ΕΣΕΕ, ο κ. Ηλίας Κικίλιας, Γενικός Διευθυντής του ΙΝΣΕΤΕ, ο κ. Γιώργος Αργείτης, Επιστημονικός Διευθυντής του ΙΝΕ ΓΣΕΕ, η κα. Αλευρίτου Ελένη, Πρόεδρος της ΕΚΠΟΙΖΩ, ο κ. Σταύρος Γαβρόγλου, Προϊστάμενος της Γενικής Διεύθυνσης Ενεργητικών Πολιτικών και Διεθνών Δικτύων της ΕΙΕΑΔ, η κα. Αρανίτου Βάλια, Επιστημονική Σύμβουλος της ΕΣΕΕ.

Επιμέλεια Άρθρου : Σκλήρης Γιώργος

ΓΣΕΒΕΕ | ΜικροΜεσαίες Επιχειρήσεις (ΜμΕ) στις Δημόσιες Συμβάσεις και Προμήθειες

Η ΓΣΕΒΕΕ μας απέστειλε επιστολή με θέμα τη Συμμετοχή των ΜμΕ (ΜικροΜεσαίες Επιχειρήσεις) στις Δημόσιες Συμβάσεις και Προμήθειες.

Συνάδελφοι,
Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Πράξη για τις ΜικροΜεσαίες Επιχειρήσεις, μια από τις σημαντικότερες διαστάσεις για τη βελτίωση των όρων ανταγωνισμού των μικρομεσαίων επιχειρήσεων στην ευρωπαϊκή αγορά, είναι η συμμετοχή των ΜμΕ στις δημόσιες συμβάσεις και προμήθειες. Οι επιδόσεις της χώρας μας εμφανίζονται να είναι σχετικά ασθενικές στο συγκεκριμένο πεδίο, καθώς λιγότερο από 20% των μικρών επιχειρήσεων έχει δηλώσει (έρευνα ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ) ότι της έχει ανατεθεί δημόσιο έργο/ σύμβαση.

Το τελευταίο διάστημα, η ΓΣΕΒΕΕ συμμετέχει ενεργά στο δημόσιο διάλογο σχετικά με τη βελτίωση της πρόσβασης των μικρών επιχειρήσεων στις δημόσιες συμβάσεις και προμήθειες, αλλά και στη μείωση του φαινομένου των καθυστερημένων πληρωμών από μέρους του κράτους προς τον ιδιωτικό τομέα (εξόφληση αναδόχων, επιστροφή ΦΠΑ κλπ). Τα συγκεκριμένα ζητήματα έχουν τεθεί στο επίκεντρο των συναντήσεων με το Υπουργείο Ανάπτυξης, το Υπ. Εθνικής Άμυνας, τη Γ.Γ. Εμπορίου, την Ενιαία Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Συμβάσεων (ΕΑΔΗΣΥ). Παράλληλα, στις διοικήσεις των φορέων στους οποίους συμμετέχει (ΙΚΑ, ΕΟΠΥΥ, πρώην ΟΑΕΕ κα) υπογραμμίζει την ανάγκη να διασφαλίζεται η συμμετοχή όσο το δυνατό περισσότερων υποψηφίων αναδόχων, και κατά προτίμηση μικρών επιχειρήσεων, με όρους που διασφαλίζουν ταυτόχρονα το δημόσιο συμφέρον και την τοπική ανάπτυξη.

Αξίζει να σημειωθεί ότι από το 2013 έχει τεθεί σε λειτουργία το ηλεκτρονικό σύστημα για τις δημόσιες συμβάσεις ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ (http://www.promitheus.gov.gr και http://www.eprocurement.gov.gr), που αναρτά τα αιτήματα δημοσίων φορέων και δέχεται ηλεκτρονικές υποβολές προσφορών, υπηρετώντας το στόχο της μεγαλύτερης διαφάνειας και εξοικονόμησης δημοσίων δαπανών. Παράλληλα, το καλοκαίρι του 2016 ψηφίστηκε από το Ελληνικό Κοινοβούλιο το νέο πλαίσιο για τις δημόσιες συμβάσεις (ν.4412/2Ο16), που καλύπτει ευρύ φάσμα οικονομικών συναλλαγών του κράτους με τον ιδιωτικό τομέα. Εντούτοις ακόμη και σήμερα, πολλές επιχειρήσεις αγνοούν τη δυνατότητα να συμμετέχουν, να προγραμματίζουν την παραγωγή τους και να ανταγωνίζονται ισότιμα στο πεδίο των δημοσίων συμβάσεων.

ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΩΝ, ΒΙΟΤΕΧΝΩΝ, ΕΜΠΟΡΩΝ ΕΛΛΑΔΑΣ

Η Διοίκηση της ΓΣΕΒΕΕ ενθαρρύνει τις ΜικροΜεσαίες Επιχειρήσεις να συμμετέχουν στις δημόσιες συμβάσεις και προμήθειες, να συνεταιρίζονται και να δικτυώνονται για να πετυχαίνουν καλύτερες προσφορές αλλά και να εντοπίζουν και να μας μεταφέρουν πιθανές ατέλειες και αστοχίες του συστήματος. Στην εποχή μας, η έγκαιρη πληροφόρηση και η ανατροφοδότηση αποτελούν το σημαντικότερο ίσως συγκριτικό πλεονέκτημα για κάποιον που επιχειρεί.

Δείτε ολόκληρη την επιστολή της ΓΣΕΒΕΕ

ΓΣΕΒΕΕ – Συμμετοχή ΜμΕ σε Δημόσιες Συμβάσεις και Προμήθειες

 


 

ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ – Εξαμηνιαίο δελτίο οικονομικού κλίματος ΜικροΜεσαίων επιχειρήσεων

Η έρευνα που παρουσιάζεται (Εξαμηνιαίο δελτίο οικονομικού κλίματος – Ιούλιος 2016) είναι η δεύτερη  για το 2016 που διεξάγει το Ινστιτούτο Μικρών Επιχειρήσεων (ΙΜΕ) της ΓΣΕΒΕΕ σε συνεργασία με την εταιρία MARC AE σε εξαμηνιαία βάση από τον Μάιο του 2009. Έγινε σε πανελλαδικό δείγμα 1000 πολύ μικρών και μικρών επιχειρήσεων (0-49 άτομα προσωπικό), στο διάστημα 13  έως 25 Ιουλίου 2016 και έχει ως βασικό στόχο την αποτύπωση του οικονομικού κλίματος στις πολύ μικρές και μικρές επιχειρήσεις, στους κλάδους της μεταποίησης, του εμπορίου και των υπηρεσιών, που αποτελούν το 99,6% των επιχειρήσεων στην Ελλάδα.  Τα ευρήματα αυτής της έρευνας μπορούν να συγκριθούν με τα αντίστοιχα των προηγούμενων ερευνών (Μάιος 2009 – Φεβρουάριος 2016). Οι έρευνες αυτές αποτελούν το μοναδικό εργαλείο, σε πανελλαδικό επίπεδο, για την καταγραφή της κατάστασης και της πορείας του μεγαλύτερου τμήματος της πραγματικής οικονομίας στην Ελλάδα.  Τα πρωτογενή δεδομένα οικονομικού και επιχειρηματικών προσδοκιών χρησιμοποιούνται από την Ευρωπαϊκή Ένωση των Μικρομεσαίων Επιχειρήσεων για την κατασκευή των δεικτών ευρωπαϊκού οικονομικού κλίματος και είναι συγκρίσιμα με τα στοιχεία άλλων χωρών της ΕΕ. Όπως και στις προηγούμενες έρευνες, έτσι και τώρα, υπάρχει μια σαφής καταγραφή των τάσεων του οικονομικού κλίματος καθώς και η παρακολούθηση των βασικών δεικτών λειτουργίας των μικρών επιχειρήσεων κατά το 1ο εξάμηνο του 2016, ενώ παράλληλα επιχειρείται οικονομική πρόβλεψη για το 2ο εξάμηνο του 2016.

ΣΕ ΠΑΓΙΔΑ ΡΕΥΣΤΟΤΗΤΑΣ Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ – ΣΕ ΑΚΟΜΑ ΠΙΟ ΔΥΣΧΕΡΗ ΘΕΣΗ ΟΙ ΜΙΚΡΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ

Σύμφωνα με την έρευνα του ΙΜΕ – ΓΣΕΒΕΕ, είναι σαφές ότι, η σχετική άρση της αβεβαιότητας της προηγούμενης περιόδου, στην οποία συνετέλεσε η ολοκλήρωση της 1ης αξιολόγησης και η σταθεροποίηση του πολιτικού κλίματος, δεν υπήρξε αρκετή για την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας. Έτσι, παρά τα στοιχεία εκείνα που δείχνουν ότι η ελληνική οικονομία έχει πλέον εισέλθει σε μια φάση σταθεροποίησης (αργή αποκλιμάκωση των υψηλών ποσοστών ανεργίας, βελτίωση των όρων του εξωτερικού εμπορίου, σχετική σταθεροποίηση των δημοσιονομικών μεγεθών), δεν είναι δυνατό να γίνει ακόμα λόγος για ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας, αλλά μάλλον για στασιμότητα.

Το νέο πακέτο υφεσιακών μέτρων που βρίσκεται σε πλήρη εφαρμογή έχει εντείνει τις αρρυθμίες της ελληνικής οικονομίας, οι οποίες συνεχίζουν να διαβρώνουν το επιχειρηματικό κλίμα. Υπό αυτό το πρίσμα, θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για έναν ιδιότυπο αρνητικό πολλαπλασιαστή ανάπτυξης για τις ελληνικές επιχειρήσεις.  Ειδικότερα, για κάθε 1 επιχείρηση που εμφανίζει σημάδια βελτίωσης και υγείας, άλλες 10 επιχειρήσεις ασθενούν σοβαρά, με απροσδιόριστο χρόνο επούλωσης των πληγών που άφησε η εξαετία της ύφεσης και η ατελέσφορη λιτότητα.  Όλο και περισσότερες πολύ μικρές επιχειρήσεις βρίσκονται σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης με τάσεις εξόδου από την αγορά και εξαιρετικά μειωμένες αντοχές, γεγονός που διευρύνει το χάσμα ανταγωνισμού με τις ομόλογες μεγαλύτερες.

Κατά την εισήγηση του προέδρου της ΓΣΕΒΕΕ και ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ, Γ.Καββαθά, στην παρουσίαση της εξαμηνιαίας έρευνας οικονομικού κλίματος του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ, ειπώθηκαν τα εξής :

«αν θέλαμε να δώσουμε ένα τίτλο στην 15η Έρευνα του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ αυτός είναι: σε παγίδα ρευστότητας η ελληνική οικονομία σε ακόμη πιο δυσχερή θέση η ΜμΕ».

«Παγιώνεται ένας νέος οικονομικός δυϊσμός στην πραγματική οικονομία, ο οποίος προκαλεί έντονες ανταγωνιστικές πιέσεις προς τις μικρές επιχειρήσεις, ενισχύει τις ελαστικές μορφές απασχόλησης, διευρύνει τα ποσοστά άτυπων μορφών απασχόλησης και επαγγελματικής δραστηριότητας»,

Φαίνεται, λοιπόν, ότι τείνει να παγιωθεί ένας νέος οικονομικός δυϊσμός στην πραγματική οικονομία, ο οποίος πιθανότατα θα προκαλέσει έντονες ανταγωνιστικές πιέσεις προς τις μικρές επιχειρήσεις, θα ενισχύσει τη μερική απασχόληση και θα οδηγήσει σε διευρυμένα ποσοστά άτυπων μορφών απασχόλησης και επαγγελματικής δραστηριότητας. Αυτή η διαδικασία μετασχηματισμού έκανε αισθητή την παρουσία της από το καλοκαίρι του 2015, όταν οι επιπτώσεις της δεύτερης φάσης ύφεσης έτειναν να πλήξουν κυρίως τη μικρή επιχειρηματικότητα, με αποτέλεσμα επιχειρήσεις, οι οποίες επέδειξαν σημάδια αντοχής στην πρώτη φάση της ύφεσης (2010-2014), να εξαντλούν τα όρια επιβίωσης και να αδυνατούν να αντεπεξέλθουν στο νέο κύμα λιτότητας. Παράλληλα, αναπτύσσεται μια δεύτερη εκδοχή δυϊσμού, μεταξύ επιχειρήσεων που γεννήθηκαν μέσα στην κρίση και προσάρμοσαν τα οικονομικά τους στοιχεία σε μια δύσκολη συγκυρία διατηρώντας χαμηλές προσδοκίες για το μέλλον, και εκείνων των επιχειρήσεων που προηγήθηκαν της κρίσης, οι οποίες αντιμετωπίζουν πλέον σοβαρά προβλήματα επιβίωσης και προσαρμογής στο νέο περιβάλλον.

Τα επώδυνα και εμπροσθοβαρή μέτρα που συνοδεύουν το Τρίτο Πρόγραμμα Προσαρμογής οδηγούν σε ένα νέο κύκλο ανατροφοδοτούμενης στασιμότητας και έλλειψης προοπτικών, καθώς λειτουργούν ως τροχοπέδη στην εγγενή τάση της επιχειρηματικότητας για αναζήτηση νέων επενδυτικών ευκαιριών και κερδοφόρων αγορών. Οι μακροοικονομικές επιδόσεις παραμένουν αναιμικές. Δυστυχώς, δε διαφαίνεται στον ορίζοντα μια τέτοια πύκνωση παραγωγικών δυνάμεων ικανών να ανατρέψουν αυτόνομα το φαύλο κύκλο στασιμότητας.

Εκτίμηση της κατάστασης και προτάσεις του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ

Το ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ εκτιμά, ότι η οικονομία βρίσκεται σε μια φάση του οικονομικού κύκλου όπου η μειωμένη ρευστότητα, το επενδυτικό κενό και η χαμηλή χρηματοδοτική ικανότητα, συνυπάρχουν με μια εξωγενώς προκληθείσα αρνητική μακροοικονομική συγκυρία. Παράλληλα, παραμένει ανεπαρκής η ιδιωτική χρηματοδότηση και απουσιάζουν τα κατάλληλα σύγχρονα χρηματοδοτικά εργαλεία, ενώ, περιορισμένες είναι οι δυνατότητες πρόκλησης επενδυτικού σοκ μέσα από δημόσιες επενδύσεις.

Πρόκειται ουσιαστικά για μια παραλλαγή της κατάστασης «παγίδας ρευστότητας», κατά την οποία οποιαδήποτε παρέμβαση στο σκέλος της νομισματικής πολιτικής (επιτόκια, τιμές, ποσοτική χαλάρωση) δεν είναι ικανή να δημιουργήσει συνθήκες ανάκαμψης. Στο φαινόμενο αυτό συνδυάζονται η διεύρυνση των μορφών ελαστικής απασχόλησης, η εξαΰλωση των επενδύσεων (δεν προγραμματίζονται ούτε για δαπάνες αποσβέσεων/ αντικατάστασης), η περιορισμένη πρόσβαση σε κεφάλαια (ανεξάρτητα από το ύψος των καταθέσεων) και η αδυναμία εκπλήρωσης των όρων λειτουργίας της επιχείρησης σε μικροοικονομικό επίπεδο (αδυναμία εξόφλησης υποχρεώσεων, καθυστερήσεις σε μισθούς κα).

Είναι προφανές ότι στο υφιστάμενο περιβάλλον κάθε συζήτηση που θα αναφέρεται στην περαιτέρω περιστολή πόρων (δημόσιων και ιδιωτικών) και σε μεγαλύτερη ευελιξία στην αγοράς εργασίας θα προκαλέσει νέα αβεβαιότητα και αστάθεια, καθώς έχουν εξαντληθεί τα μέσα και τα περιθώρια αναζήτησης εναλλακτικών μεθόδων εξοικονόμησης κόστους.

Το ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ εκτιμά ακόμη ότι,  θα πρέπει να κινητοποιηθούν θεσμικά και ποσοτικά εργαλεία ενίσχυσης των επενδύσεων, όπως ο Αναπτυξιακός Νόμος και οι Δημόσιες Συμβάσεις, να αξιοποιηθούν στο ακέραιο οι διαθέσιμοι ευρωπαϊκοί πόροι με προγράμματα προσαρμοσμένα στην ελληνική οικονομία, να διαμορφωθεί ένα πλαίσιο ενίσχυσης της κοινωνικής συνοχής (βελτιωμένα προγράμματα ενίσχυσης απασχόλησης και μικρής επιχειρηματικότητας, με αποκατάσταση των συλλογικών διαπραγματεύσεων, κάλυψη αδύναμων ομάδων έναντι των κινδύνων φτώχειας), να διευρυνθούν οι ποιοτικές οδοί για την αξιοποίηση των συγκριτικών πλεονεκτημάτων που αναδείχτηκαν μέσα στην οικονομική συγκυρία (τουριστικό προϊόν, αγροτοδιατροφικό σύμπλεγμα, πράσινη ενέργεια). Ο αναπτυξιακός σχεδιασμός για την Ελλάδα του 2020 και η πολυθρύλητη παραγωγική ανασυγκρότηση δεν θα πρέπει να μετατραπεί σε προνομιακό πεδίο με αποκλειστικά ωφελούμενους ορισμένες ομάδες ειδικών συμφερόντων. Η απορρύθμιση των αγορών εργασίας, προϊόντος και υπηρεσιών δεν είναι αναγκαία, ούτε ικανή συνθήκη για τη βελτίωση των επενδυτικών επιδόσεων της χώρας, ούτε για την προσέλκυση άμεσων ξένων επενδύσεων.  Η διεύρυνση του μεριδίου ευημερίας και ισότιμης συμμετοχής στην οικονομική ζωή είναι όρος υπέρβασης της κρίσης.

Παράλληλα, θα πρέπει να δοθούν οριστικές λύσεις για τις επιχειρήσεις που έχουν συσσωρεύσει σημαντικά χρέη, τόσο προς το δημόσιο όσο και προς τις τράπεζες. Η έκθεση των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων ως προς τα κόκκινα δάνεια προσεγγίζει πλέον το 45%. Μέχρι σήμερα, δεν έχει αποσαφηνιστεί το τοπίο σχετικά με το προφίλ και τις δυνατότητες των οφειλετών. Η εφαρμογή του Κώδικα Δεοντολογίας των τραπεζών για τα κόκκινα δάνεια πρέπει να έχει αντιστοίχιση με τα χρέη των ιδιωτών προς το δημόσιο και πρέπει να αποσκοπεί στην ελάφρυνση των αδύναμων και τον περιορισμό των κατ’ επάγγελμα κακοπληρωτών. Η ομηρία από τα χρέη πρέπει να δώσει τη θέση της σε μια δεύτερη ευκαιρία, με ουσιαστική στήριξη όσων επιθυμούν να επιχειρήσουν ξανά.

Τα κυριότερα συμπεράσματα της έρευνας του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ που έγινε σε συνεργασία με την εταιρεία ΜARC ΑΕ σε πανελλαδικό δείγμα 1000 πολύ μικρών και μικρών επιχειρήσεων (0-49 άτομα προσωπικό), στο διάστημα 13 έως 25 Ιουλίου 2016 έχουν ως εξής:

Α. ΓΕΝΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ

  1. Η αποτίμηση του α’ εξαμήνου 2016 καταδεικνύει τη διεύρυνση του χάσματος μεταξύ της συντριπτικής πλειοψηφίας των μικρών επιχειρήσεων και αυτοαπασχολούμενων και ενός μικρού σταθερού ποσοστού (που κυμαίνεται διαχρονικά στο 5-7%) που φαίνεται να μην επηρεάζεται από την κρίση. Η οριακή  βελτίωση των δεικτών αφορά αυτό το πολύ μικρό στεγανοποιημένο ποσοστό επιχειρήσεων. Η εκκίνηση υλοποίησης του 3ου εμπροσθοβαρούς μνημονιακού προγράμματος εγκαινιάζει μια νέα φάση στασιμότητας. Ο λόγος θετικών – αρνητικών αποτιμήσεων παραμένει στο 1:10.
  2. Η επιδείνωση του οικονομικού κλίματος καταγράφεται και στα επί μέρους πραγματικά μεγέθη των επιχειρήσεων. Ειδικότερα, ο δείκτης ρευστότητας διατηρεί σταθερά υψηλά επίπεδα αρνητικών αποτιμήσεων (75,8%), τέτοια που να μην προοιωνίζεται μεσοπρόθεσμα την επενδυτική άνοιξη στην οποία προσβλέπει η επιχειρηματική κοινότητα.
  3. Ο μέσος όρος μείωσης του κύκλου εργασιών βαίνει μειούμενος στο 17,6% (από  20,6%). Τη μεγαλύτερη μείωση φαίνεται ότι καταγράφουν οι πολύ μικρές επιχειρήσεις και οι αυτοαπασχολούμενοι, ένδειξη συγκέντρωσης μεριδίων  και τάσης ολιγοπώλησης της αγοράς. Σωρευτικά στις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις η συνολική μείωση από την έναρξη της κρίσης και μετά το 2010 υπερβαίνει το 80% (την τελευταία τριετία η πτώση αγγίζει το 35%). Αντίστοιχα, στην πρόσφατη μελέτη της ΕΤΕ, προκύπτει μείωση των πωλήσεων για τις μεσαίες επιχειρήσεις κατά 13% την τελευταία τριετία. Η διαφορά αυτή επιβεβαιώνει τη διεύρυνση του χάσματος μεταξύ μικρών και μεγαλύτερων επιχειρήσεων.
  4. Οι προσδοκίες σχετικά με την πορεία των επιχειρήσεων το επόμενο εξάμηνο είναι αρνητικές, καθώς το 59,5% των επιχειρήσεων αναμένει επιδείνωση, και μόλις το 8,5% βελτίωση. Σημειώνεται οριακή βελτίωση για μικρό αριθμό επιχειρήσεων. Οι αρνητικές προσδοκίες συναρτώνται με την αίσθηση ότι το νέο μίγμα  συσταλτικών μέτρων θα επιδράσει αρνητικά στα εισοδήματα και την κατανάλωση. Πρόκειται για ένα ιδιότυπο αρνητικό πολλαπλασιαστή λιτότητας που αναστέλλει κάθε επενδυτική πρωτοβουλία.
  5. Η τάση αποεπένδυσης και η μειωμένη ρευστότητα παγιώνεται ως ένα διαρθρωτικό χαρακτηριστικό της ελληνικής οικονομίας και συνεχίζει να τροφοδοτεί ένα νέο σπιράλ ύφεσης- αποεπένδυσης- υποαπασχόλησης των παραγωγικών συντελεστών.  Είναι χαρακτηριστικό ότι στο δείκτη επενδύσεων, αύξηση προβλέπει μόλις το 2,1%, γεγονός που σημαίνει ότι οι επιχειρήσεις έχουν παγώσει κάθε διαδικασία ανάπτυξης. Όπως προκύπτει, παραμένει ανεπαρκής η ιδιωτική χρηματοδότηση και απουσιάζουν τα κατάλληλα σύγχρονα χρηματοδοτικά εργαλεία, ενώ, περιορισμένες είναι οι δυνατότητες πρόκλησης επενδυτικού σοκ μέσα από δημόσιες επενδύσεις.

Β. ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΗ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ

  1. Ο οικονομικός δυϊσμός αντανακλάται στις εκτιμήσεις των επιχειρηματιών για το βαθμό βιωσιμότητας της επιχείρησης. Για πολλές επιχειρήσεις το ζητούμενο δεν είναι η ανάπτυξη τους, αλλά η όσο το δυνατό πιο ανώδυνη διάλυση και εκκαθάριση.
  2. Το 42% των επιχειρήσεων θεωρεί αρκετά και πολύ πιθανό να κλείσει το επόμενο διάστημα (έναντι 52,2% του προηγούμενου εξαμήνου). Οι πολύ μικρές επιχειρήσεις και οι αυτοαπασχολούμενοι παρουσιάζουν τριπλάσιο κίνδυνο διακοπής της λειτουργίας τους (αυτοαπασχολούμενοι 51,5%) σε σχέση με τις μεγαλύτερες (από 5 άτομα και πάνω, 17,7%). Ομάδα υψηλού κινδύνου είναι και το σύνολο των επιχειρήσεων που ήταν προμηθευτές μεγάλων εταιρειών που βρίσκονται σήμερα σε δυσκολίες  ή/και εκκαθάριση.
  3. Το πραγματικό πρόβλημα επιβίωσης που αντιμετωπίζουν οι επιχειρήσεις εμφανίζεται στην ένταση με την οποία εκδηλώνεται το φαινόμενο καθώς σχεδόν 1 στους 10 από αυτούς που κινδυνεύουν, δηλώνουν ότι είναι πολύ πιθανό να κλείσουν μέσα στο επόμενο τρίμηνο. Εκτιμάται ότι η μείωση επιχειρήσεων το επόμενο εξάμηνο θα ανέλθει στις 18,100 και θα αφορά κυρίως τις πολύ μικρές επιχειρήσεις και τους αυτοαπασχολούμενους.
  4. Από τα στοιχεία, προκύπτει η ανάπτυξη μιας νέας εκδοχής δυϊσμού/ διχοτόμησης της αγοράς, μεταξύ επιχειρήσεων που γεννήθηκαν μέσα στην κρίση και προσάρμοσαν τα οικονομικά τους στοιχεία σε μια δύσκολη συγκυρία διατηρώντας χαμηλές προσδοκίες για το μέλλον, και εκείνων των επιχειρήσεων που προηγήθηκαν της κρίσης, οι οποίες αντιμετωπίζουν πλέον σοβαρά προβλήματα επιβίωσης και προσαρμογής στο νέο περιβάλλον. Οι νέες επιχειρήσεις (έως 5 έτη λειτουργίας) σημειώνουν σημαντικά καλύτερες επιδόσεις (23,5% των νέων επιχειρήσεων δήλωσαν βελτίωση του τζίρου).
  5. Το επόμενο διάστημα αναμένεται κορύφωση του φαινομένου της αδήλωτης επαγγελματικής δραστηριότητας ή της παράκαμψης της ελληνικής φορολογικής διοίκησης μέσα από επιχειρηματικά σχήματα με έδρα στο εξωτερικό. Το φαινόμενο αυτό είχε αρχίσει να εντείνεται από το καλοκαίρι  του 2015, όταν οι επιπτώσεις της δεύτερης φάσης ύφεσης έτειναν να πλήξουν κυρίως τη μικρή επιχειρηματικότητα.
  6. Σύμφωνα με το σενάριο βάσης του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ τα πιθανά λουκέτα επιχειρήσεων, που βρίσκονται στο «κόκκινο» συνεπάγονται υψηλό κίνδυνο απώλειας 33,000 θέσεων συνολικής απασχόλησης (εργοδότες, αυτοαπασχολούμενοι, μισθωτοί).

Γ. ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ- ΑΓΟΡΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

  1. Παρά το ενθαρρυντικό φαινόμενο μικρής αποκλιμάκωσης της ανεργίας, η οποία συνεχίστηκε και στο β’ τρίμηνο του 2016, η έρευνα του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ επικυρώνει δυο σημαντικά ευρήματα που προκύπτουν από τα επίσημα στοιχεία των οργανισμών: α) διεύρυνση του υψηλού ποσοστού των ευέλικτων μορφών απασχόλησης. Ουσιαστικά, για κάθε μια νέα θέση πλήρους απασχόλησης, δημιουργούνται δύο αντίστοιχες θέσεις ευέλικτης απασχόλησης (επιβεβαιώνονται από τα συγκριτικά στοιχεία α’ εξαμήνων 2014-2016, Εργάνη), β) υποκατάσταση θέσεων πλήρους απασχόλησης με αντίστοιχες μερικής απασχόλησης.
  2. Ο δείκτης προσλήψεων- απολύσεων κατά το προηγούμενο ήταν βελτιωμένος αλλά παρέμεινε αρνητικός (για κάθε 1 πρόσληψη, σημειώθηκε 1,22 απόλυση). Μείωση προσωπικού κατά το τελευταίο εξάμηνο ανέφερε το 6,6% των επιχειρήσεων ενώ αύξηση ανέφερε το 5,4%.
  3. Σε απόλυτα μεγέθη η απώλεια θέσεων καταγεγραμμένης συνολικής απασχόλησης στις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις κατά το α’ εξάμηνο του 2016 ανέρχεται στις 4,200 (εκ των οποίων οι 2,500 ήταν μισθωτής απασχόλησης). Τις μεγαλύτερες απώλειες σημείωσαν οι επιχειρήσεις με 10-15 έτη λειτουργίας (9,3%).
  4. Οι μελλοντικές ροές απασχόλησης δεν προβλέπεται να ενισχυθούν, καθώς η προβολή στην αναλογία προσλήψεων-απολύσεων (3:10) για το επόμενο εξάμηνο είναι χειρότερη της αποτίμησης και επιδεινούμενη σε σχέση με τις αρχές του έτους. Από τα ευρήματα προκύπτει ότι οι προοπτικές μείωσης της ανεργίας είναι περιορισμένες. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ υπάρχει κίνδυνος απώλειας 22,500 επιπλέον θέσεων μισθωτής απασχόλησης, πέραν των όσων προκύψουν από τα πιθανά λουκέτα, στο επόμενο εξάμηνο. Συνολικά, αναμένεται να απολεσθούν 55,500 θέσεις απασχόλησης στις μικρές επιχειρήσεις, αν συμπεριλάβουμε και τις απώλειες που θα προκύψουν από εκείνους που θα αναστείλουν την επιχειρηματική δραστηριότητα (εργοδότες, αυτοαπασχολούμενοι).
  5. Ο ρυθμός αύξησης των ευέλικτων μορφών εργασίας βαίνει μειούμενος (το 33% δήλωσε ότι αναγκάστηκε να μειώσει περιστασιακά ώρες/ ημέρες εργασίας), ωστόσο αυτό σημαίνει ότι η αναδιάρθρωση της αγοράς εργασίας έχει οδηγήσει σε παγίωση των καθεστώτων ευέλικτης απασχόλησης. Τούτο εξηγεί σε μεγάλο βαθμό την άμβλυνση των επιπτώσεων της ύφεσης που είχε το α’ εξάμηνο στην απασχόληση, παρά την πενιχρή μακροοικονομική επίδοση. Σύμφωνα, άλλωστε με τα στοιχεία που προκύπτουν από το σύστημα Εργάνη, η αγορά εργασίας κυριαρχείται από ευέλικτες μορφές εργασίας, καθώς για το πρώτο εξάμηνο του 2016 το 52% των νέων προσλήψεων αφορούσε θέσεις μερικής/ ή και εκ περιτροπής απασχόλησης. Είναι επίσης χαρακτηριστικό ότι παρόλο που η ανεργία μειώνεται ο μέσος μηνιαίος μισθός εμφανίζει επίσης τάσεις μείωσης (σύγκριση από τα στοιχεία Εργάνη – σύγκριση 2013-2015).
  6. Η έρευνα κλίματος επιβεβαιώνει τη δυσκολία που αντιμετωπίζουν οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις στην έγκαιρη καταβολή των μισθών. 4 στις 10 επιχειρήσεις δηλώνουν ότι αντιμετωπίζουν προβλήματα έγκαιρης καταβολής μισθοδοσίας, ενώ το 28% των επιχειρήσεων δήλωσαν ότι έχουν μειώσει τις αποδοχές των υπαλλήλων στο προηγούμενο εξάμηνο. Επιπρόσθετα, το 28,1% των επιχειρήσεων δηλώνει ότι είναι πολύ πιθανό να μειώσει μισθούς ή ώρες εργασίας στο επόμενο εξάμηνο.
  7. Τα στοιχεία της έρευνας επιβεβαιώνουν τον οικογενειακό χαρακτήρα πολλών μικρομεσαίων επιχειρήσεων, καθώς το σχεδόν το 60% δηλώνει ότι έχει στην επιχείρηση κάποιο συμβοηθούν μέλος. Πρόκειται για ένα ζήτημα με σοβαρές κοινωνικές προεκτάσεις, καθώς αυτοί οι εργαζόμενοι δεν καλύπτονται για τους κινδύνους ανεργίας και γήρατος.

Δ. ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ – ΟΦΕΙΛΕΣ

  1. Το υψηλότερο ποσοστό των επιχειρήσεων με καθυστερημένες οφειλές αφορά εκείνες με χρέη προς το κύριο ασφαλιστικό ταμείο των επαγγελματιών (ΟΑΕΕ, 28,3%). Αν υπολογίσουμε τον συνολικό αριθμό των φυσικών προσώπων οφειλετών (που ενδέχεται να βρίσκονται στην ίδια εταιρεία ΟΕ, ΕΕ), τότε 4 στους 10 «μικρούς επιχειρηματίες» του ΟΑΕΕ έχουν ληξιπρόθεσμες οφειλές στα ασφαλιστικά ταμεία. Αξίζει να σημειώσουμε ότι 15,9% έχει ταυτόχρονα οφειλές σε δημόσιο και ασφαλιστικά ταμεία.
  2. Υψηλές παραμένουν οι ληξιπρόθεσμές οφειλές προς ΔΕΚΟ, καθώς πάνω από 1 στις 5 επιχειρήσεις δεν αποπληρώνει εγκαίρως. Σύμφωνα με επίσημα  στοιχεία πάνω από 500,000 ελ. επαγγελματίες και επιχειρήσεις όλων των κλάδων (επιστήμονες, βιοτέχνες, έμποροι, υπηρεσίες κα) έχουν χρέη προς τις εταιρείες παροχής ηλεκτρικού ρεύματος.
  3. 1 στις 3 επιχειρήσεις οφείλει δάνεια στις τράπεζες. Ο μειούμενος αριθμός συναρτάται με την μείωση του ρυθμού της πιστωτικής επέκτασης. Στο σύνολο, ληξιπρόθεσμες οφειλές προς τις τράπεζες έχει το 11,6%, δηλαδή περίπου 70,000 μικρές επιχειρήσεις. Ιδιαίτερο πρόβλημα αντιμετωπίζουν οι πολύ μικρές επιχειρήσεις και οι αυτοαπασχολούμενοι, καθώς και ο τομέας του εμπορίου. Σύμφωνα με τα πρόσφατα στοιχεία της Έκθεσης για τη Νομισματική Πολιτική της ΤτΕ, τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα συνολικά ανέρχονταν το Μάρτιο του 2016 στο 45,2% της συνολικής αξίας δανείων. Συνολικά οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις, συμπεριλαμβανομένων επαγγελματιών, ατομικών και αγροτικών επιχειρήσεων οφείλουν 61,5 δις (επί συνόλου 200,1 δις δανείων).
  4. Οι ευεργετικές ρυθμίσεις των 72/ 100 δόσεων για φορολογικές και ασφαλιστικές οφειλές αρχικά μείωσαν το ποσοστό των επιχειρήσεων με ληξιπρόθεσμες οφειλές. Εντούτοις, παραμένει εκπεφρασμένη η αδυναμία τους να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις που έχουν συσσωρεύσει. Πιο συγκεκριμένα, το 12,6% έχει ήδη χάσει τη ρύθμιση στην εφορία  (περίπου 16,000), ενώ άλλο ένα 15% δηλώνει φόβο ότι θα τη χάσει. Περίπου 45,000 επιχειρήσεις δηλώνουν ότι έχουν βρεθεί αντιμέτωπες με κατάσχεση/ ή δέσμευση λογαριασμών για οφειλές.
  5. Από τα στοιχεία προκύπτει ότι έχει διαμορφωθεί ένα περιβάλλον υψηλής έκθεσης των επιχειρήσεων σε πάσης φύσεως οφειλές. Πάνω από 3 στις 10 επιχειρήσεις αναμένεται να μην είναι σε θέση να ανταποκριθούν στις φορολογικές και ασφαλιστικές υποχρεώσεις για το 2016. Τούτο μεταφράζεται σε αύξηση των ληξιπρόθεσμων οφειλών των επιχειρήσεων της χώρας προς δημόσιο, τράπεζες και ιδιώτες, δημιουργώντας μια νέα φούσκα χρέους. Το απόθεμα ιδιωτικού χρέους που διευρύνεται, σε συνδυασμό με τα τρέχοντα υψηλά φορολογικά βάρη αυξάνουν τους κινδύνους για την ελληνική οικονομία. Εκτιμάται ότι τα συνολικά ληξιπρόθεσμα χρέη νοικοκυριών και επιχειρήσεων προς την εφορία και τα ασφαλιστικά ταμεία πλέον προσεγγίζουν τα 110 δις, υπερβαίνουν δηλαδή το μισό ΑΕΠ της χώρας.

Ε. ΕΙΔΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ ΜΙΚΡΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ – ΕΜΠΟΡΙΟ & ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΕΣ ΣΥΝΑΛΛΑΓΕΣ

  1. Οι μικρές επιχειρήσεις, παρά τα σημαντικά προβλήματα που αντιμετώπισαν με την εφαρμογή των capital controls, φαίνεται ότι επέδειξαν υψηλό βαθμό προσαρμογής στις νέες συνθήκες. Ο αριθμός των επιχειρήσεων που διαθέτουν τερματικά POS  σε όλους τους κλάδους αυξήθηκε σε ένα χρόνο κατά 75% (από 28,9% στο 49%). Αντίστοιχα, 2 στις 3 επιχειρήσεις διαθέτουν λογαριασμούς ηλεκτρονικής τραπεζικής e-banking (αύξηση  37%).
  2. Ανασταλτικοί παράγοντες προς την κατεύθυνση ευρύτερης υιοθέτησης των ηλεκτρονικών συστημάτων πληρωμών είναι η καθυστέρηση στην εφαρμογή του ακατάσχετου επαγγελματικού λογαριασμού, η ανυπαρξία θεσμικού πλαισίου για το ηλεκτρονικό εμπόριο, το υψηλό διοικητικό κόστος από την εισαγωγή συστημάτων ηλεκτρονικής τιμολόγησης, τα αυξημένα κόστη τραπεζικών προμηθειών. Είναι χαρακτηριστικό ότι πάνω από 50% των επιχειρήσεων καταβάλλουν προμήθεια άνω του 1%

ΣΤ. ΕΙΔΙΚΟ ΘΕΜΑ – ΕΡΓΑΣΙΑΚΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ

Αρνητικά αξιολογούν οι μικρές επιχειρήσεις τις μεταβολές που έχουν επέλθει στο θεσμικό πλαίσιο των εργασιακών σχέσεων. Το 91,6% των επιχειρήσεων δηλώνει ότι η μείωση του κατώτατου μισθού δεν επέδρασε ευεργετικά προς την κατεύθυνσης βελτίωσης/ αναδιάρθρωσης της οικονομίας.  Είναι σαφές ότι αυτή η εξέλιξη έπληξε την εγχώρια ζήτηση και συνέτεινε στην αποσάθρωση της μεσαίας τάξης στη χώρα.

Αναλυτικότερα στοιχεία και ολόκληρη την έκθεση, μπορείτε να τα διαβάσετε στο Δελτίο Εξαμηνιαίας Αποτύπωσης του ΙΜΕ – ΓΣΕΒΕΕ