Τα βαφεία και οι μέθοδοι επεξεργασίας των υφασμάτων.

Τα βαφεία – Η τέχνη της επαγγελματικής, πάσης φύσεως βαφής.

Μέθοδοι επεξεργασίας υφασμάτων στα βαφεία

Βαφή

Υπάρχουν πολλά είδη βαφής, ανάλογα με τη σύνθεση των νημάτων. Τα βασικότερα που χρησιμοποιούν τα βαφεία είναι :
  • η βαμβακερή βαφή,
  • η nylon βαφή,
  • η πολυεστερική βαφή,
  • η ακρυλική βαφή κ.α
vafeia
Βαμένα κουβάρια μαλλιού
Ο τρόπος με τον οποίο βάφονται οι ίνες των υφασμάτων είναι χημικός, δηλαδή οι χρωμοφόρες ομάδες των χρωμάτων συνδέονται με χημικούς δεσμούς με τις ίνες ή πραγματοποιούν χημικές αντιδράσεις με αυτές, με αποτέλεσμα όλες οι βαφές να έχουν άριστες αντοχές στο πλύσιμο, στο φως, στην τριβή και σε άλλες καταπονήσεις.

Λεύκανση

Λεύκανση ονομάζουμε την επεξεργασία κατά την οποία απομακρύνονται από τα πρωτογενή υφάσματα διάφορες φυσικές χρωστικές και παραφίνες, που υπάρχουν ως υπολείμματα στις φυσικές λευκές ίνες του βαμβακιού. Κάποιες φορές προστίθενται και οπτικοί λευκαντές, που ενισχύουν τη φωτεινότητα του λευκού.

Πλύσιμο-Μαλάκωμα

Περνώντας από όλα τα στάδια της παραγωγής μέχρι να φτάσουν στην τελική μορφή του έτοιμου ενδύματος, οι ίνες των υφασμάτων καταπονούνται και χάνουν την αρχική τους ελαστικότητα. Για το λόγο αυτό, πλένονται με μαλακτικές ουσίες για να επανέλθουν στην αρχική τους κατάσταση.

Φινίρισμα

Φινίρισμα είναι η τελική επεξεργασία όπου τα υφάσματα μαλακώνουν, στεγνώνουν, σιδερώνονται, πακετάρονται και παραδίδονται έτοιμα προς κοπή.

Ενζυμοπαλαίωση-Ενζυμοπλύσιμο

Οι σύγχρονες επιταγές της μόδας θέλουν κάποια ενδύματα να φαίνονται παλαιωμένα, αμέσως μετά τη βαφή τους. Στο παρελθόν, για να επιτευχθεί αυτό, γινόταν επεξεργασία των υφασμάτων με πέτρα, με αποτέλεσμα την καταστροφή των ινών και κατ’ επέκταση των ενδυμάτων. Σήμερα, η μέθοδος αυτή αντικαταστάθηκε από την επεξεργασία των υφασμάτων με ένζυμα (ενζυμοπαλαίωση). Τα ένζυμα είναι δραστικές ουσίες που παράγονται από ζωντανούς οργανισμούς και κατατρώγουν τη βαμμένη ίνα σε διάφορα σημεία της, δίνοντας έτσι στο τελικό ένδυμα την εμφάνιση του παλαιωμένου. Παρόμοια διαδικασία ακολουθείται και στο ενζυμοπλύσιμο.

Πλυντήρια

Επαγγελματική φροντίδα ιματισμού.


Ιστορικά – Εννοιολογικά στοιχεία

Η μπουγάδα

Μπουγάδα (η), είναι όρος προερχόμενος από τη Βενετία (bugada) και σημαίνει το πλύσιμο ρούχων ή τα πλυμένα ρούχα.

Παλαιότερα, το πλύσιμο αυτό γινόταν είτε εντός σπιτιού, είτε εκτός, σε χώρους με τρεχούμενο νερό. Για να καθαρίζουν καλύτερα τα ρούχα, χρησιμοποιούσαν πέτρες, ξύλα, βούρτσες κ.ά. με τα οποία τα έτριβαν.

Συνηθισμένη ήταν και η χρήση εργαλείων όπως η σκάφη, ένα επίμηκες ξύλινο ή μεταλλικό σκεύος με ανάγλυφες προεξοχές επάνω στις οποίες έτριβαν τα ρούχα αφού πέρναγαν πρώτα από πάνω τους μερικές φορές το σαπούνι.

σκάφη ρούχωνμεταλλική σκάφη

Τα σύνεργα για την μπουγάδα ήταν :

  1. Η σκάφη πλυσίματος
  2. Η πλύστρα, ένα ειδικά κατασκευασμένο ξύλο που προσαρμοζόταν στη σκάφη με οριζόντιες εγκοπές για το καλύτερο τρίψιμο των ρούχων.
  3. Το μπουγαδοκόφινο, ένα κοφίνι από λυγαριά όπου τοποθετούνταν τα ασπρόρουχα και περιλούζονταν με αλουσά και αθόνερο
  4. Το μπουγαδοτσίκαλο για το ζέσταμα του νερού
  5. Ένα μικρότερο δοχείο ή κουβάς για τη μεταφορά του ζεστού ή κρύου νερού από και προς το μπουγαδοτσίκαλο
  6. Ξύλα για το άναμμα της φωτιάς όπου θα ζεσταινόταν το νερό.
  7. Αθομαντήλα, ένα ειδικό ύφασμα χοντρό και ανθεκτικό που το έβαζαν πάνω στο μπουγαδοκόφινο και έβαζαν μέσα άθο, στάχτη από καμένα ξύλα και νερό
  8. Στάχτη από ξύλα, η οποία διαλυόταν με νερό και στη συνέχεια σουρωνόταν μέσα από την αθομαντήλα το καθαρό νερό μαζί με τη χημική ουσίπου καθάριζε και άσπριζε τα ρούχα. Αυτό το μείγμα ονομαζόταν αλουσά. Από την προηγούμενη μέρα λοιπόν η νοικοκυρά ετοίμαζε τα σύνεργα και τα παιδιά μετέφεραν νερό στο σπίτι. Από το πρωί άρχιζε με το άναμμα της φωτιάς και ζέσταινε νερό στο μπουγαδοτσίκαλο.

Η διαδικασία της μπουγάδας

Η νοικοκυρά, έβαζε ζεστό νερό στη σκάφη και με σαπούνι έτριβε τα ρούχα για να καθαρίσουν. Χωριστά πάντα τα άσπρα από τα χρωματιστά και τα μαύρα. Ύστερα τοποθετούσε τα άσπρα στο μπουγαδοκόφινο, αφού φυσικά τους έκανε μια πρώτη πλύση με άσπρο σαπούνι και τοποθετούσε το κοφίνι πάνω στη σκάφη για να σουρώσει η αλουσά. Όταν γέμιζε το κοφίνι, έβαζε μέσα στην αθομαντήλα στάχτη και στη συνέχεια νερό.

Αυτό το διάλυμα διηθιζότανε και περιέλουζε όλα τα ασπρόρουχα, τα οποία έμεναν εκεί για περίπου δυο ώρες και υγραίνονταν με την αλουσά. Η αλουσά ή αλισίβα, όπως ονομάζεται σε άλλα μέρη, χρησιμοποιούνταν από αρχαιοτάτων χρόνων για το καθάρισμα των ρούχων. Οι ουσίες που περιέχει δίνουν στα ρούχα ένα υπέροχο άρωμα καθαριότητας και τα κάνει άφρατα και λαμπερά.

Η νοικοκυρά εν τω μεταξύ έπλενε χωριστά τα χρωματιστά και τα μαύρα ρούχα. Στη συνέχεια τα ξέπλενε με νερό και τα άπλωνε στο ήλιο, στον απλωτό, για να στεγνώσουν. Στη συνέχεια έβγαζε τα άσπρα από το κοφίνι, τους έκανε ακόμα ένα χέρι πλύσιμο με σαπούνι, τα ξέπλενε με άφθονο νερό και τα άπλωνε στον απλωτό για να στεγνώσουν. Όταν στέγνωναν, τα μάζευε, τα δίπλωνε όμορφα και τα μετέφερε στα ντουλάπια. Κάποια ρούχα, όπως τα πουκάμισα και τα ρούχα των κοριτσιών, τα σιδέρωνε με σίδερο που λειτουργούσε με κάρβουνα.

ΠΗΓΗ

Πλυντήριο, η μεγάλη εφεύρεση!

Όταν εφευρέθηκε το πλυντήριο στις ΗΠΑ το 1907, το πλύσιμο των ρούχων άρχισε σταδιακά να γίνεται αυτόματα, με ανάδευση ρούχων, νερού και απορρυπαντικού, η οποία προκαλείται από την περιστροφή ενός μεταλλικού τυμπάνου.

Γυναίκα-πλυντήριο

Τα στεγνοκαθαριστήρια και οι άνθρωποί τους.

Τα στεγνοκαθαριστήρια και οι άνθρωποί τους

Στεγνό καθάρισμα είναι οποιαδήποτε διεργασία καθαρισμού για ένδυση, τα  υφάσματα και τα δερμάτινα, χρησιμοποιώντας έναν χημικό διαλύτη εκτός του νερού. Ο χρησιμοποιούμενος διαλύτης είναι τυπικά το τετραχλωροαιθένιο (υπερχλωροαιθυλένιο), που η βιομηχανία αποκαλεί “perc (περκ)” ή “PERC (ΠΕΡΚ)”. Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται η αντικατάσταση του perc από νέους διαλύτες όπως ο KWL (υδρογονσνθρακας), ο SENSENE (τροποποιημένη αλκοόλη ), ο HIGLO κλπ. Χρησιμοποιείται για τον καθαρισμό ευαίσθητων ρούχων που δεν μπορούν να αντέξουν τη σκληρή επεξεργασία ενός πλυντηρίου ρούχων και ενός στεγνωτηρίου ρούχων· μπορεί επίσης να εξαλείψει το επίπονο πλύσιμο στο χέρι.

Επάγγελμα του στεγνοκαθαριστή

Το επάγγελμα του στεγνοκαθαριστή ορίζεται ως το σύνολο των δραστηριοτήτων που περικλείουν τον πλήρη κύκλο καθαρισμού και φροντίδας ειδών ύφανσης (ενδεικτικά: ρουχισμός, παπλώματα, κουβέρτες, καλύμματα επίπλων).

Ο στεγνοκαθαριστής αναγνωρίζει και προμηθεύεται από το εμπόριο τα διάφορα είδη διαλυτών και ουσιών καθαρισμού και συντήρησης. Για την εργασία του χρησιμοποιεί και χειρίζεται ειδικά μηχανήματα, όπως επαγγελματικά πλυντήρια, αυτόματες και χειροκίνητες πρέσες, μηχανές συσκευασίας και συστήματα ταξινόμησης και αποθήκευσης των ειδών ύφανσης.

Συσκευασία
Συσκευασία

Διαχρονικά ο βασικός τύπος στεγνοκαθαριστηρίου στην Ελλάδα αλλά και διεθνώς, είναι η μικρή επιχείρηση με 3-5 εργαζόμενους και στις περισσότερες των περιπτώσεων έχουμε οικογενειακές επιχειρήσεις. Σύμφωνα με εκτιμήσεις της αγοράς, στην Ελλάδα σήμερα, το 96% των στεγνοκαθαριστηρίων είναι επιχειρήσεις που απασχολούν 1-3 εργαζόμενους, που τις περισσότερες φορές είναι ιδιοκτήτες και συμβοηθούντα μέλη.

Είδη κρεμάστρας
Είδη κρεμάστρας

Κατά τη δεκαετία του 1990 σημειώθηκε μια αύξηση του αριθμού των μεγαλύτερων σε μέγεθος επιχειρήσεων (επιχειρήσεις των 15-20 εργαζομένων, με κεντρική δομή και πρατήρια, σε αρκετές περιπτώσεις), όμως σήμερα ο αριθμός αυτού του τύπου των επιχειρήσεων συρρικνώνεται και παρατηρείται επάνοδος στην κλασική οικογενειακή μορφή.

Θα πρέπει να σημειωθεί ότι το κόστος του εξοπλισμού μιας επιχείρησης καθαρισμού είναι αρκετά υψηλό, γεγονός που λειτουργεί αποτρεπτικά για την είσοδο νέων επαγγελματιών στον κλάδο, ιδιαίτερα σε συνθήκες γενικότερης οικονομικής ύφεσης.

Τα ταπητοκαθαριστήρια και οι άνθρωποί τους

Τα ταπητοκαθαριστήρια και οι άνθρωποί τους

Τα ταπητοκαθαριστήρια είναι εξειδικευμένα κέντρα για τη φροντίδα, τον καθαρισμό, την επισκευή και τη φύλαξη των χαλιών και των μοκετών. Τα χαλιά αποτελούν επένδυση και πολλές φορές χρήζουν ιδιαίτερης προσοχής και φροντίδας σε κάθε στάδιο περιποίησής τους, ανάλογα με την ποιότητα και τις προδιαγραφές κατασκευής τους. Ειδικά κάποιες κατηγορίες χαλιών (όπως τα χειροποίητα) απαιτούν πολλή προσοχή αναφορικά με τον τρόπο καθαρισμού και φύλαξής τους.

Μηχάνημα καθαρισμού χαλιών
Μηχάνημα καθαρισμού χαλιών

Παράλληλα, τα τελευταία χρόνια, πολλά σύγχρονα ταπητοκαθαριστήρια επεκτείνοντας τις υπηρεσίες τους, πραγματοποιούν επιτόπιο καθαρισμό στρωμάτων και ταπετσαριών. Οι συσκευές εξελιγμένης τεχνολογίας που χρησιμοποιούν για τον ξηρό καθαρισμό είναι κατάλληλες και για τον καθαρισμό στρωμάτων και ταπετσαριών. Στα στρώματα και τις ταπετσαρίες συγκεντρώνονται οι ίδιοι μικροοργανισμοί με τα χαλιά.

καθαρισμός επί τόπου
καθαρισμός επί τόπου

Το επάγγελμα του ταπητοκαθαριστή

Το επάγγελμα του καθαριστή ταπήτων / μοκετών ορίζεται ως το σύνολο των δραστηριοτήτων που περικλείουν τον καθαρισμό, την φύλαξη και τη συντήρηση υφάνσιμων επιφανειών.

Ο καθαρισμός γίνεται σε οργανωμένους επαγγελματικούς χώρους ταπητοκαθαριστηρίων ή στο χώρο του πελάτη. Το επάγγελμα του καθαριστή ταπήτων / μοκετών δεν καλύπτει δραστηριότητες ατόμων που αναλαμβάνουν τον καθαρισμό κοινόχρηστων χώρων και παράλληλα αναλαμβάνουν τον καθαρισμό ταπήτων / μοκετών.

Κατά την εργασία του ο καθαριστής ταπήτων / μοκετών χειρίζεται ειδικά μηχανήματα και εργαλεία, όπως επαγγελματικά πλυντήρια, ειδικές μηχανές καθαρισμού και μηχανές συσκευασίας.

Ο καθαριστής ταπήτων / μοκετών παραδοσιακά απασχολείται σε μικρές κυρίως οικογενειακές επιχειρήσεις. Σύμφωνα με εκτιμήσεις των παραγόντων της αγοράς, ένα ποσοστό της τάξης του 75% των επιχειρήσεων απασχολούνται 1-5 εργαζόμενοι. Η περιοδική ένταση της απασχόλησης δεν οδηγεί ικανοποιητικό αριθμό ατόμων στην ενασχόληση με το επάγγελμα. Η ανάγκη για χρήση σωματικής δύναμης δεν οδηγεί ικανοποιητικό αριθμό ατόμων στην ενασχόληση με το επάγγελμα.

Επίσης θα πρέπει να αναφερθεί ότι η φύση του επαγγέλματος είναι εποχιακή αλλά το επάγγελμα δεν χαρακτηρίζεται ως εποχιακό από τον ΟΑΕΔ, με συνέπεια μεγάλο ποσοστό των εργαζομένων να προσλαμβάνονται στην αρχή της περιόδου και να απολύονται με το τέλος της. Νομοθετικά κατοχυρωμένα επαγγελματικά δικαιώματα δεν υπάρχουν για το επάγγελμα του καθαριστή ταπήτων / μοκετών.